Θα σ’ αγαπώ ό,τι κι αν γίνει, ό,τι κι αν γίνει;

Θα σαγαπω ότι κι αν γίνει

Τα παραμύθια είναι ένας υπέροχος τρόπος για να περάσουμε μηνύματα στα παιδιά, πάντα ήταν. Αν αφεθούμε σ αυτά τα παραμύθια ίσως βρούμε κι εμείς αλήθειες που έχουμε ξεχάσει. Το δικό μας αγαπημένο είναι το “Θα σ’ αγαπώ ό,τι κι αν γίνει”  της Debi Gliori. Ένα πανέμορφο παραμύθι που παρουσιάζει κάτι που για τα παιδιά μας είναι (ή θα έπρεπε να είναι) αυτονόητο, για μας όμως; Μήπως κάπου χαθήκαμε, κάπου μπερδευτήκαμε; Ευτυχώς μας το υπενθυμίζει.. αρκεί να αφεθούμε και να το νιώσουμε.

Ακούγεται απλό… Διαβάζεις ένα παραμύθι και νιώθεις το νόημα του. Δεν είναι όμως πάντα εύκολο. Πολλά τα στερεότυπα, βαθιά τα παιδικά τραύματα του καθενός και μερικές φορές χρειάζεται πολύς πόνος για να ανακαλύψεις ότι αυτό ακριβώς ήταν που δεν πήγε καλά, ότι αυτή είναι η βαθιά αιτία που κρύβεται πίσω από τα περισσότερα προβλήματα μας, με τον εαυτό μας και με τους άλλους.

Θα επιχειρήσω, λοιπόν, αυτό που απεχθανόμουν στο σχολείο, την ανάλυση κειμένου γραμμή γραμμή σχεδόν, να το κάνουμε από παραμύθι κείμενο για μεγάλους γιατί χάσαμε, μαζί με άλλα, και τη δυνατότητα να αφηνόμαστε στα παραμύθια να μιλήσουν στην καρδιά μας χωρίς να περάσουν από τη λογική μας.

Το παραμύθι ξεκινάει με τη μαμά αλεπού να κάνει δουλειές και να μιλάει στο τηλέφωνο και το μικρό αλεπουδάκι να τη βλέπει από απόσταση. 

“Ο μικρός ήταν πολύ κακόκεφος”

Τι να σκέφτεται άραγε και είναι κακόκεφος; Μήπως ότι η μαμά προτιμάει να είναι με τη σκούπα παρά με αυτόν; Μήπως ότι έκανε κάτι λάθος και η μαμά δεν τον θέλει κοντά της; 

“Κλείστηκε στο δωμάτιο κι άρχισε να στριφογυρίζει κι όλα τα πράγματα ν’ αναποδογυρίζει.Τις ζωγραφιές από τον τοίχο ξεκολλούσε κι όλα τα παιχνίδια του χαλούσε”

Αυτές οι σκέψεις του δημιουργούν  άγχος και φόβο. Η μαμά είναι όλος του ο κόσμος, είναι ο άνθρωπος από τον οποίο εξαρτάται η επιβίωση του. Αυτά τα συναισθήματα είναι πολύ μικρό για να τα διαχειριστεί κι έτσι ξεσπάει χωρίς να μπορεί να ελέγξει ούτε να εξηγήσει γιατί φέρεται έτσι .. είναι αυτός ο τρόπος του να φωνάξει στη μαμά ότι φοβάται, ότι στενοχωριέται. ” “Θεέ μου!”   είπε η μαμά “Τι έχεις πάθει;” “

Η μαμά βλέποντας την κατάσταση εστιάζει στο παιδί! Τι έχει!  Όχι γιατί κάνει έτσι! Δεν τη νοιάζει το σύμπτωμα, δηλαδή το ανακατεμένο δωμάτιο.. αλλά η αιτία, γιατί το παιδί νιώθει έτσι.

 “Είμαι ένας ανάποδος και γκρινιάρης μικρός και κανείς δε μ’ αγαπάει” είπε ο μικρός “

Αν πραγματικά μπορούσε να το πει τόσο καθαρά το παιδί, ποιος δε  θα του έδειχνε αμέσως τρυφερότητα; ποιος δε θα το αγκάλιαζε; Αλλά στα 2 και στα 3 ένα παιδί δεν μπορεί να το εκφράσει λεκτικά, γι’ αυτό και ξεσπά.

“Μικρέ μου” είπε η μαμά “όπως και να’ σαι, εγώ πάντα θα σ’ αγαπώ”

Αδιαπραγμάτευτη αποδοχή και αγάπη! Αυτή είναι η πρωταρχική ανάγκη ενός παιδιού. Η μαμά ξέρει ότι κανείς δεν κινδύνεψε από την αγάπη. Η αγάπη δεν κακομαθαίνει, δεν είναι πολυτέλεια, δεν είναι μέσο ανταλλαγής ή εργαλείο ελέγχου. Η αγκαλιά δεν είναι πράξη επιβράβευσης, είναι σαν να δίνεις νερό σε κάποιον διψασμένο. Το παιδί δε θέλει να εκμεταλλευτεί, να χειριστεί. Το παιδί θέλει να ακουστεί, να αντιμετωπιστεί με αξιοπρέπεια και σεβασμό και θέλει να συνεργαστεί.

” “Κι αν ήμουνα αρκούδος, πάλι θα με φρόντιζες και θα μ’ αγαπούσες;” ρώτησε ο μικρός”

Αν ήμουν άσχημος, άτσαλος, χοντρός (και πόσα ακόμα), αν δηλαδή δεν ήμουν ακριβώς όπως με έχεις φανταστεί θα μ’ αγαπούσες; Θεωρητικά και γρήγορα θα πούμε όλοι ναι, όμως στην πράξη; Όταν ένα παιδί σπάσει το βάζο από το τραπέζι; Θα το πάρουμε αγκαλιά να του πούμε ότι δεν ήταν πολύ σημαντικό, ότι την επόμενη φορά θα προσέχουμε περισσότερο ή θα ακουστεί μια φωνή επικριτική, απόρριψης και απογοήτευσης; (δική μας φωνή άραγε ή η φωνή που ακούγαμε όταν ήμασταν κι εμείς παιδιά και σπάσαμε εκείνο το ποτήρι;)

“Φυσικά” είπε η μαμά. “Εγώ θα σ’ αγαπώ ό,τι κι αν γίνει”

Χωρίς διαπραγματεύσεις, όρους και επεξηγήσεις. Ό,τι κι αν γίνει…

“Αν όμως γινόμουν πράσινο έντομο, πάλι θα μ’ αγαπούσες, πάλι θα με φρόντιζες και θα με φιλούσες;”

Αν ήθελα να παίξουμε ενώ σιδερώνεις; Αν ήθελα να με αγκαλιάσεις ενώ είσαι κουρασμένη; Αν σου φώναζα ενώ μιλάς στο τηλέφωνο; Αν έριχνα το αλεύρι κάτω; Αν έβγαζα το χώμα από τη γλάστρα στο χαλί;

“Φυσικά” είπε η μαμά. “Εγώ θα σ’ αγαπώ ό,τι κι αν γίνει”

” Ό,τι κι αν γίνει;” είπε ο μικρός και χαμογέλασε. “Κι αν ήμουνα κροκόδειλος;”

Αν είχα θυμώσει και σε χτυπούσα; Αν σου έλεγα κάτι που δε σ αρέσει; Αν δάγκωνα τον αδερφό μου; 

“Θα σε αγκάλιαζα και θα σε αγαπούσα και τη νύχτα θα σου τραγουδούσα” είπε η μαμά”

Αδιαπραγμάτευτη αποδοχή και αγάπη, ό,τι κι αν γίνει.. Γιατί το παιδί είναι αθώο.. ή κάνει κάτι γιατί δεν ξέρει τον τρόπο και μας χρειάζεται με αγάπη να το βοηθήσουμε να μάθει ή γίνεται ο καθρέφτης μας (η αδιαφορία που εισπράττει, τα νεύρα, ο θυμός μας, οι τιμωρίες, οι φωνές) και εκεί αναλαμβάνουμε την ευθύνη να γιατρέψουμε την πληγή με αγάπη.. και όχι με φόβο για να “διορθώσουμε” απλώς την κακή συμπεριφορά.

“Χαλάει ποτέ η αγάπη;” ρώτησε ο μικρός. “Λυγίζει άραγε ποτέ και σπάει; Κι αν ναι, μπορείς άραγε να την κολλήσεις, να τη φτιάξεις και να τη χτίσεις;”

Υπάρχει περίπτωση να γίνει κάτι και να μη μ’ αγαπάς;  Κάθε φορά που ένα παιδί νιώθει φόβο ή απόρριψη, το μεταφράζει ως απουσία αγάπης. Και απουσία αγάπης γι’ αυτό, σημαίνει κίνδυνος επιβίωσης.

“Α δεν ξέρω” είπε η μαμά “το μόνο που ξέρω είναι ότι θα σ’ αγαπώ για πάντα”

Η απάντηση σταθερή πάντα. Με τη σταθερότητα που χαρακτηρίζει το γονιό που ξέρει ότι οφείλει να προστατεύει το παιδί, να το φροντίζει και ότι ακόμα κι αν δεν το κάνει κάποια στιγμή η ευθύνη είναι δική του και θα την αναλάβει ο ίδιος, δε θα τη μεταθέσει στο παιδί.

“Κι όταν πεθάνουμε και χαθούμε, θα μ’ αγαπάς ακόμη;” είπε ο μικρό. “Θα υπάρχει ακόμα η αγάπη;”

Κι όταν εσύ φύγεις, τι γίνεται; Ποιος θα μ αγαπάει;  Θα τα καταφέρω χωρίς εσένα;

“Η μαμά πήρε στην αγκαλιά της τον μικρό και κοίταξαν μαζί από το παράθυρο τον ουρανό. Το φεγγαράκι έφεγγε ψηλά και τ’ αστεράκια ήταν φωτεινά.”Κοίτα μικρέ, τ’ αστεράκια πώς λάμπουνε στον ουρανό. Ξέρεις πως πολλά απ’ αυτά έχουν πεθάνει εδώ και χρόνια πια; Τα βλέπεις όμως πώς φωτίζουν στον ουρανό; Η αγάπη είναι σαν τ’ αστέρια: ποτέ δεν πεθαίνει και πάντα φωτίζει”

Η αγάπη όταν έχει δοθεί απλόχερα είναι δύναμη που την κουβαλάς μέσα σου. Ο άνθρωπος που έχει αγαπηθεί αδιαπραγμάτευτα όταν ήταν παιδί, που έχει αισθανθεί αποδοχή σε όλες τις εκφάνσεις του εαυτού του, γίνεται ένας ενήλικας με αυτοεκτίμηση, ένας άνθρωπος γλυκός και δοτικός, αλλά χωρίς να φοβάται να διεκδικήσει αυτό που του αξίζει ή να αγωνιστεί γι’ αυτό που πιστεύει. Ξέρει ποιος είναι και δε συμβιβάζεται μόνο και μόνο για να μη συγκρουστεί, δεν κυνηγάει την αποδοχή από όπου κι αν βρίσκεται με κάθε κόστος, γιατί τη χόρτασε τότε που την είχε πραγματικά ανάγκη.

Πιστεύει κανείς από μας, αλήθεια, ότι για τα όποια προβλήματα έχουμε, έχει ευθύνη έστω μια αγκαλιά ή ένα φιλί που δόθηκε ενώ δεν έπρεπε; Ή μήπως η αιτία βρίσκεται ακριβώς εκεί, πίσω από την αγκαλιά που είχαμε ανάγκη αλλά δε μας δόθηκε;

You may also like